Τρίτη 30 Μαΐου 2017

Η "ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ" ΤΟΥ ΜΠΟΤΙΤΣΕΛΛΙ: της Έλενας Αλυφαντή

La nascita di Venere – Η γέννηση της Αφροδίτης Της Έλενας Αλυφαντή – ΛΒ1
Ο Sandro Botticelli, που γεννήθηκε το 1446 και πέθανε το 1510, ήταν ένας φημισμένος αναγεννησιακός καλλιτέχνης από τη Φλωρεντία. Ένα από τα πιο γνωστά έργα του είναι «H Γέννηση της Αφροδίτης» (Ιταλικά: La nascita di Venere) που ολοκληρώθηκε το 1486. Είναι άγνωστο σε εμάς ποιος παρήγγειλε τον πίνακα αυτό στον Ιταλό καλλιτέχνη, ωστόσο πιστεύεται πως φτιάχτηκε για κάποιο μέλος της οικογένειας των Μεδίκων. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν πως αποτελεί ύμνο στην αγάπη του Τζουλιάνο ντι Πιέρο των Μεδίκων για τη Σιμονέττα Κατανέο Βεσπούτσι, που ζούσε στο Πορτοβένερε (μετάφραση: Λιμάνι της Αφροδίτης), μια παραθαλάσσια πόλη για την οποία μια τοπική παράδοση λέει πως αποτελεί το μέρος όπου γεννήθηκε η Αφροδίτη. Σημειώνεται πως ο Μποτιτσέλι αγαπούσε μυστικά και ο ίδιος την όμορφη Σιμονέττα, που ήταν ερωμένη του ευγενούς από την οικογένεια των Μεδίκων. Πιστεύεται πως η Σιμονέττα αποτέλεσε το μοντέλο για την Αφροδίτη στον πίνακα, αλλά και για άλλες κοπέλες σε έργα του Μποτιτσέλι, όπως συνέβη και στην Άνοιξη (Primavera). O πίνακας, που τώρα βρίσκεται στη Galleria degli Uffizi, έχει διαστάσεις 172.5 x278.5 εκατοστά. Μετά από τις τοιχογραφίες του στην Καπέλα Σιστίνα της Ρώμης, ο Μποτιτσέλι επέστρεψε στη Φλωρεντία όπου ο κλασικισμός ήταν μόδα. Όλοι διάβαζαν Πλάτωνα και μιλούσαν περί ψυχής. Σ’ αυτή την ατμόσφαιρα, δημιούργησε τις «μυθολογίες», μεταξύ των οποίων η Πριμαβέρα και η Γέννηση της Αφροδίτης. Το ύφος τους είναι ένα παράξενο κράμα, όπου οι μορφές παριστάνουν αρχαίες θεότητες, αλλά οι σκηνές είναι καθαρά αναγεννησιακές και επηρεασμένες από τη νεοπλατωνική φιλοσοφία. Ο καλλιτέχνης φιλοτέχνησε τον πίνακα χρησιμοποιώντας ως πηγή τον Όμηρο. Σύμφωνα με έναν αρχαίο ελληνικό μύθο, όταν ο Κρόνος πήρε τη βασιλεία από τον πατέρα του, τον Ουρανό, έκοψε τα γεννητικά του όργανα και τα πέταξε στη θάλασσα. Από τους αφρούς της θάλασσας, αναδύθηκε κοντά στην Κύπρο (σύμφωνα με την επικρατέστερη παράδοση) η θεά Αφροδίτη. Το όνομά της μαρτυρεί τον τρόπο της γέννησής της (ανάδυση από τους αφρούς της θάλασσας). Στον πίνακα λοιπόν, η θεά Αφροδίτη αναδύεται από το νερό μέσα σε ένα όστρακο που φυσούν ο Ζέφυρος και η Αύρα προς την ακτή της Κύπρου ή των Κυθήρων. Στην ακτή την υποδέχεται μια από τις Ώρες, θεότητες των εποχών, που ετοιμάζεται να τυλίξει την Αφροδίτη με ένα λουλουδένιο μανδύα. Την Αφροδίτη περικυκλώνουν η γη, η θάλασσα, ο ουρανός και η φύση εκτός από το Ζέφυρο, την Αύρα και την Ώρα. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα λουλούδια, που είναι διάσπαρτα στην όλη σύνθεση, και που καταφέρνουν να δώσουν ακόμη μεγαλύτερη συνοχή στο έργο αυτό. Ο Botticelli επέλεξε να χρησιμοποιήσει τέμπερα σε καμβά για αυτή του τη δημιουργία, που είναι χωρισμένη σε τρία μέρη, με τις δύο φιγούρες του Ζέφυρου και της Αύρας στα αριστερά, την Αφροδίτη στο κέντρο και την Ώρα στα δεξιά. Το σχέδιο είναι αρμονικό και ντελικάτο: οι γραμμές κομψές και δημιουργούν, με τα κύματα που σκάνε στην ακτή, τις πτυχώσεις των ρούχων, την αρμονική ροή των μαλλιών της θεάς, διακοσμητικά κυματοειδή παιχνιδίσματα. Τα χρώματα είναι φωτεινά, οι μορφές καθαρές και ραφιναρισμένες. Το γυμνό σώμα της Αφροδίτης είναι ύμνος στην κλασσική ομορφιά και στην αγνότητα της ψυχής, ενώ για τη στάση της ο Μποτιτσέλι ακολούθησε το πρότυπο της Αιδήμονος Αφροδίτης (Venus Pudica).
Σύμφωνα με ορισμένους ερμηνευτές, η γυμνή θεά είναι σύμβολο πνευματικής και όχι γήινης αγάπης. Η ανατομία της Αφροδίτης δεν αποτελεί έκφραση κλασικού ρεαλισμού, όπως συμβαίνει, πχ, στα έργα του Ραφαήλ ή του Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Οι ανατομικά ανορθόδοξες λεπτομέρειες του πίνακα μονάχα συμβάλλουν στην αιθέρια ομορφιά του. Η Αφροδίτη εκπροσωπεί την ομορφιά και, αφού "ομορφιά ίσον αλήθεια", το έργο γίνεται αλληγορία της Αλήθειας που έρχεται στον κόσμο. Ίσως πάλι να είναι απλώς ένας φόρος τιμής στον έρωτα και τη γυναικεία ομορφιά. «Η ομορφιά του προσώπου στη «Γέννηση της Αφροδίτης» μας αποσπά από τις δυσαναλογίες του σώματος. Δεν έχει ωμοπλάτες και στέρνο και το αριστερό χέρι κρέμεται παράξενα στο πλευρό της. Τα στήθη είναι ολοστρόγγυλα και πολύ μικρά για το σώμα της, ο κορμός είναι πολύ μακρύς και ο αφαλός βρίσκεται πολύ ψηλά στην κοιλιά. Όλο της το βάρος πέφτει στο αριστερό ισχίο κι είναι απορίας άξιο πώς στέκει στο όστρακο. Όμως τα ελαττώματα δεν χαλούν την εικόνα. Ο Μποτιτσέλι προτιμούσε την κομψότητα από τη ρεαλιστική αναπαράσταση.... Η Γέννηση της Αφροδίτης χαρακτηρίζεται από μία έντονη αίσθηση αρμονίας, η οποία προέρχεται από της εκφράσεις και τις κινήσεις των προσώπων που φαίνονται στον πίνακα. Η μελωδικότητα της αγκαλιάς του Ζέφυρου και της Αύρας τους κάνει να μοιάζουν να χορεύουν στον αέρα. Η contrapposto στάση της Αφροδίτης [Χιασμός (contrapposto): Στήριξη στο ένα σκέλος (στηρίζον) - Χαλάρωση του άνετου σκέλους] δεν είναι η μόνη αιτία της αρμονίας που τη διακρίνει, καθώς η ελαφριά κλίση του κεφαλιού της, που θυμίζει μπαλαρίνα, η υποτονική, σχεδόν νωθρή θέση των χεριών της και των δαχτύλων της και η ληθαργική, ήρεμη έκφραση του προσώπου της διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε αυτό της το χαρακτηριστικό. Η Ώρα μοιάζει να χορεύει κι αυτή κι όχι να στέκεται, κάτι που επιτυγχάνεται από τις γλυκές και ειρηνικές κινήσεις των άκρων της. Αυτή η ρυθμική συμφωνία των φιγούρων και του φόντου ενισχύεται από την απαλότητα των χρωμάτων. H επιλογή αυτών των χρωμάτων χαρακτηρίζει τον πίνακα ως προς την τεχνική, καταλήγοντας σε σχεδόν ανύπαρκτες χρωματικές αντιθέσεις ανάμεσα στις φιγούρες και το χώρο γύρω τους. Επιπλέον, τα χρώματα είναι υπεύθυνα για τον υπερρεαλιστικό τόνο της σκηνής, αφού φαίνεται σαν να είναι αντλημένα από κάποιο όνειρο. Το σύμπλεγμα των λουλουδιών, που βρίσκονται σε πλήρη αταξία, και οι ασταθείς φιγούρες, σε συνδυασμό με την ποικιλότητα του φόντου, συνυπάρχουν αρμονικά με τη συμμετρία των κάθετα ευθυγραμμισμένων σωμάτων και τη γραμμή του ορίζοντα και αναδίδουν ισορροπημένη και συμμετρική ομορφιά. Η προσοχή που έχει δοθεί και στην παραμικρή λεπτομέρεια του πίνακα δείχνει καθαρά την επιθυμία και τη λαχτάρα του καλλιτέχνη να αποδώσει την απόλυτη ομορφιά.
Ο πίνακας είναι περιστροφικός. Δεν είναι μόνο οι καμπύλες που χρησιμοποιούνται εκτεταμένα στην συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά και η σπιράλ κίνηση που ξεκινά από το φύσημα του Ζέφυρου και της Αύρας, που οδηγεί τα μάτια του θεατή στη Ώρα, η οποία και παρουσιάζει με το δεξί της χέρι την Αφροδίτη στο κέντρο ολοκληρώνοντας έτσι μια νοητή κυκλική κίνηση. Αναμφίβολα, η αισθητική εμπειρία που έχει ο θεατής αυτού του έργου είναι ιδιαίτερα δυνατή. Αυτό δεν συμβαίνει χάρις στο θεματικό περιεχόμενο του πίνακα, αλλά είναι αποτέλεσμα των χαρακτηριστικών που αναφέρθηκαν παραπάνω. Τα αισθήματα που προκαλεί «Η Γέννηση της Αφροδίτης» είναι μόνο ευχάριστα. Στην πραγματικότητα, οι χαοτικές πτυχές του πίνακα, σε αντίθεση με την τέλεια αρμονία των σωμάτων και των προσώπων, καταλήγουν σε αυτό που ο Πλάτωνας θεωρούσε πραγματική ομορφιά. Ο συνδυασμός της γλυκύτητας, του ερωτισμού και της αρμονίας, που όλοι μπορούν να δουν, μαζί με την απαλή μελωδία που σχεδόν ακούει κανείς όταν παρατηρεί τον πίνακα αποκομμένος από όλα τα άλλα ερεθίσματα, οδηγούν στο αντικειμενικό συμπέρασμα ότι αυτό το έργο είναι με πολύ απλά λόγια ΟΜΟΡΦΟ. Είναι ένα ξεκάθαρο, ευθύ και ειλικρινές παράδειγμα απεικόνισης της ομορφιάς, υπαρκτής ή ανύπαρκτης, αληθινής ή φανταστικής, δεν έχει σημασία. Πλησιάζουν, λοιπόν, οι μέρες που θα μας φέρουν στη στιγμή που θα βιώσουμε κι εμείς ζωντανά τη μαγεία της τέχνης και το δέος που πηγάζει από την συνειδητοποίηση ότι η ανθρώπινη ύπαρξη δημιουργεί, σκέπτεται, αισθάνεται, ωριμάζει μέσα από τις εμπειρίες της, εξελίσσεται και ξεπερνά έτσι τα όριά της και την εποχή της. Ας ζήσουμε με χαρά τις στιγμές, που μετά από χρόνια θα θυμόμαστε με αγάπη πως μας ανέβασαν ένα σκαλάκι ψηλότερα.
Έλενα Αλυφαντή, Μάρτιος 2016
ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΜΠΟΤΙΤΣΕΛΙ
Ποια ήταν η καταγωγή και η εκπαίδευση του Σάντρο Μποτιτσέλι;
Προσκομίστε στοιχεία για τον πίνακα του Μποτιτσέλι "Η προσκύνηση των Μάγων"
Τι ξέρετε για τον Αντρέα ντελ Βερόκιο, στο εργαστήριο του οποίου εκπαιδεύτηκε ο Μποτιτσέλι;
Ο Σάντρο Μποτιτσέλι ήταν Ιταλός ζωγράφος, διακεκριμένος την περίοδο της Αναγέννησης με το πραγματικό του όνομα να είναι Αλεσάντρο ντι Μαριάνο Φιλιπέπι. Γεννήθηκε στη Φλωρεντία και αποτέλεσε έναν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της εποχής του. Ξεκίνησε την εκπαίδευσή του στο εργαστήρι ενός εξίσου φημισμένου ζωγράφου της εποχής,στη Φλωρεντία, του Φιλίπο Λίπι, Filippo Lippi . Ο πρώτος πίνακας που φιλοτέχνησε είναι "Η Προσκύνηση Των Μάγων" που χρονολογείται γύρω στο 1465-67. Το ενδιαφέρον για το έργο του αναθερμάνθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα, αποκτώντας τη θέση και την αναγνώριση που κατέχει μέχρι σήμερα.
Σχεδόν το σύνολο των πληροφοριών για τη ζωή του Μποτιτσέλι προέρχεται από τη βιογραφία του Τζόρτζιο Βαζάρι, καθώς και από επίσημα έγγραφα της εποχής. Γεννήθηκε το 1445 (ως έτος γεννήσεως αναφέρεται επίσης το 1444) στη Φλωρεντία και ήταν το τελευταίο παιδί του βυρσοδέψη Μαριάνο ντι Βάνι και της Σμεράλντα. Σε νεαρή ηλικία άρχισε να εξασκείται ως χρυσοτέχνης, αξιοσέβαστο επάγγελμα της εποχής, το οποίο ακολούθησαν στα πρώτα τους βήματα και άλλοι ζωγράφοι της Αναγέννησης. Σε ηλικία περίπου δεκαοκτώ ετών αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χρυσοτεχνία και να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Μαθήτευσε στο πλευρό του Φρα Φιλίππο Λίπι (περ. 1406-1469), ενός από τους διασημότερους ζωγράφους της Φλωρεντίας, ο οποίος συνεργαζόταν με ισχυρές οικογένειες της πόλης, όπως των Μεδίκων, λαμβάνοντας σημαντικές παραγγελίες. Ο Μποτιτσέλι βρέθηκε στο εργαστήριό του, στο Πράτο, πιθανότατα από το 1461 ή 1462 μέχρι το 1467 και ο πρώτος πίνακας που φιλοτέχνησε, μία "Προσκύνηση των Μάγων", χρονολογείται στην περίοδο 1465-67.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του κοντά στον Λίπι, επέστρεψε στη γενέτειρά του και απέκτησε το δικό του εργαστήριο. Την ίδια περίοδο, δέχθηκε την επιρροή του Αντρέα ντελ Βερόκιο, δασκάλου του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Μία από τις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε, χρονολογείται με ακρίβεια στο 1470 και περιλάμβανε μία σειρά πινάκων που θα απεικόνιζαν τις επτά βασικές αρετές (δύναμη, πίστη, ελπίδα, δικαιοσύνη, αγάπη, σύνεση και εγκράτεια), για λογαριασμό ενός ειδικού δικαστηρίου, με αρμοδιότητα σε υποθέσεις εμπορικού δικαίου. Ο Μποτιτσέλι φιλοτέχνησε τελικά μόνο τη Δύναμη, έργο για το οποίο έλαβε την αμοιβή του στις 18 Αυγούστου 1470. Δύο χρόνια αργότερα, έγινε μέλος της συντεχνίας του Αγίου Λουκά, ενώ στα πρακτικά της συντεχνίας αναφέρεται επίσης ο γιος του δασκάλου του και ζωγράφος Φιλίππο Λίππι ως βοηθός του. Το 1474 ταξίδεψε στην Πίζα, όπου κατόπιν παραγγελίας ανέλαβε να φιλοτεχνήσει νωπογραφίες για το Καμποσάντο, ωστόσο εργάστηκε τελικά για τη διακόσμηση του καθεδρικού ναού της πόλης φιλοτεχνώντας την Ανάληψη της Παναγίας, έργο που όμως δεν ολοκλήρωσε, για άγνωστους λόγους. Στη δεκαετία του 1470, ο Μποτιτσέλι ολοκλήρωσε αρκετές προσωπογραφίες μέσα από τις οποίες εδραιώθηκε η φήμη του, όπως φαίνεται από το γεγονός πως φιλοτέχνησε πορτρέτα επιφανών προσωπικοτήτων της υψηλής κοινωνίας της Φλωρεντίας. Στις σημαντικότερες από αυτές, ανήκει η Προσωπογραφία του Τζουλιάνο των Μεδίκων (περ. 1476-78) καθώς και η Προσωπογραφία νέου που κρατά μετάλλιο του Κόζιμο των Μεδίκων (περ. 1475). O Μποτιτσέλι συνδέθηκε στενά με την οικογένεια των Μεδίκων και μέσα από τον ευρύτερο κύκλο των γνωριμιών της, ήρθε σε επαφή με τις ιδέες του νεοπλατωνισμού. Το 1480, η οικογένεια Βεσπούτσι του ανέθεσε μία νωπογραφία για την εκκλησία των Αγίων Πάντων στη Φλωρεντία, με θέμα το όραμα του Αγίου Αυγουστίνου στο οποίο εμφανίστηκε ο Άγιος Ιερώνυμος. Το έργο αυτό, επρόκειτο να συνοδεύσει τη νωπογραφία του Αγίου Ιερώνυμου, έργο του Ντομένικο Γκιρλαντάγιο. Τον επόμενο χρόνο επισκέφτηκε τη Ρώμη, προσκεκλημένος του πάπα Σίξτου Δ΄, προκειμένου να διακοσμήσει μαζί με άλλους διακεκριμένους ζωγράφους της εποχής όπως ο Ντομένικο Γκιρλαντάιο, ο Κόζιμο Ροσέλι και ο Περουτζίνο, τους τοίχους της Καπέλα Σιξτίνα. Ο Μποτιτσέλι φιλοτέχνησε, για το σκοπό αυτό, τρεις νωπογραφίες στις οποίες απεικονίζονται οι Πειρασμοί του Μωυσή, η Τιμωρία των εξεγερμένων Εβραίων οι Πειρασμοί του Χριστού. Επέστρεψε στη Φλωρεντία την άνοιξη του 1482 και τα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσε αρκετά αλληγορικά έργα, με θέματα δανεισμένα από τη μυθολογία, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψει τις θρησκευτικές συνθέσεις. Σε αυτή την περίοδο ανήκει και ένα από τα σημαντικότερα έργα του, η Αλληγορία της Άνοιξης (La Primavera, γύρω στο 1482), πίνακας που συμβολίζει τον ερχομό της ομώνυμης εποχής και αποτελεί ένα από τα πλέον δυσερμήνευτα έργα του Μποτιτσέλι.
Θεωρείται πιθανό πως ο Μποτιτσέλι εμπνεύστηκε την Άνοιξη από το έργο του ποιητή της αυλής των Μεδίκων, Άντζελο Πολιτσιάνο, ενώ άλλες γραπτές πηγές που έχουν προταθεί για την κατανόηση των λεπτομερειών του πίνακα είναι το έργο του Οβίδιου Fasti, καθώς και το De rerum naturae του Λουκρήτιου.
Το 1482 συμμετείχε στη διακόσμηση της Sala dei Gigli στο Παλάτσο Βέκιο, αν και δεν διασώζεται κανένα ίχνος από το έργο του. Τον επόμενο χρόνο φιλοτέχνησε τέσσερις σκηνές, βασισμένες στο Δεκαήμερο του Βοκάκιου, παραγγελία του εμπόρου της Φλωρεντίας Αντόνιο Πούτσι. Οι πίνακες προορίζονταν ως δώρο για το γάμο του γιου του, Τζιανότσο, και απεικόνιζαν την ιπποτική ιστορία αγάπης με πρωταγωνιστή τον ήρωα Ναστάζιο ντέλι Ονέστι. Στα μέσα της δεκαετίας του 1480 ολοκληρώθηκε επίσης ένας από τους πλέον δημοφιλείς πίνακές του, η Γέννηση της Αφροδίτης, έργο του οποίου δεν γνωρίζουμε τον παραγγελιοδότη, ωστόσο εικάζεται πως αποτέλεσε παραγγελία της οικογένειας των Μεδίκων καθώς βρισκόταν στην κατοχή της οικογένειας στις αρχές του 16ου αιώνα. Ο Μποτιτσέλι φιλοτέχνησε το έργο χρησιμοποιώντας ως πηγή τον Όμηρο και απεικόνισε τη στιγμή κατά την οποία η Αφροδίτη φθάνει στο νησί των Κυθήρων, μετά τη γέννησή της. Στο αριστερό άκρο του πίνακα, απέδωσε τον Ζέφυρο μαζί με την Αύρα, οι οποίοι προσπαθούν να φυσήξουν έτσι ώστε η Αφροδίτη να φτάσει στη στεριά όπου θα την υποδεχτεί μία από τις Ώρες. Ο Μποτιτσέλι απεικόνισε την Αφροδίτη σύμφωνα με τις κλασικές αναλογίες των αρχαίων αγαλμάτων, ενώ για τη στάση της ακολούθησε το πρότυπο της Αιδήμονος Αφροδίτης (Venus Pudica).
H ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ: Κεντρική μορφή του έργου είναι η θεά του έρωτα Αφροδίτη, η οποία απεικονίζεται στον κήπο της, πλαισιωμένη από τις τρεις Χάριτες που εκτελούν ένα κυκλικό χορό, τον αγγελιοφόρο Ερμή, τον φτερωτό Έρωτα, τη θεά των λουλουδιών Φλώρα και τον Ζέφυρο, ο οποίος κυνηγά μία νύμφη.
Σύμφωνα με τον Βαζάρι, ο Μποτιτσέλι ανταποκρίθηκε στην έξαρση του θρησκευτικού συναισθήματος που σημειώθηκε στη Φλωρεντία στα τέλη του 1480 με υπαίτιο τον μοναχό Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα. Στην προτροπή του τελευταίου, προς τους πολίτες της Φλωρεντίας, να ρίξουν στην «πυρά της ματαιοδοξίας» (falò delle vanità) όλα τα πολύτιμα αντικείμενά τους, ανταποκρίθηκαν αρκετοί ζωγράφοι της εποχής, καταστρέφοντας μέρος των έργων τους, ωστόσο δεν είναι βέβαιο αν ο Μποτιτσέλι ανήκε σε αυτούς. Η επίδραση του Σαβοναρόλα αποτυπώθηκε στο έργο του και ειδικότερα μέσα από την εμφανή μείωση των πινάκων με κοσμικά θέματα. Ο τελευταίος μη θρησκευτικός πίνακας που φιλοτέχνησε ήταν Η Συκοφαντία του Απελλή (περ. 1495), έργο που βασίστηκε σε ένα χαμένο έργο του ζωγράφου της αρχαιότητας Απελλή, γνωστό μόνο μέσα από τους Νεκρικούς Διαλόγους του Λουκιανού. Ένα από τα σημαντικότερα έργα του Μποτιτσέλι σε αυτή την περίοδο, ενδεικτικό της επιρροής του Σαβοναρόλα αλλά και της θρησκευτικής έξαρσης της εποχής, υπήρξε επίσης η Μυστική Γέννηση (1500), έργο που αποτελεί μία εκδοχή του θέματος της προσκύνησης των ποιμένων και φιλοτεχνήθηκε μετά τον απαγχονισμό του Σαβοναρόλα. Είναι ο μοναδικός πίνακας που φέρει την υπογραφή του Μποτιτσέλι καθώς και την ημερομηνία ολοκλήρωσής του, χάρη στην αρχαία ελληνική επιγραφή που φιλοτέχνησε ο ίδιος, η οποία έγραφε: "Εγώ, ο Αλέξανδρος, ζωγράφισα το έργο αυτό, στο τέλος του έτους 1500, σε καιρούς ταραγμένους για την Ιταλία, στο μισό του χρόνου, κατά την εκπλήρωση της προφητείας του 11ου κεφαλαίου [της Αποκάλυψης] του Ιωάννη, στην εποχή της δεύτερης πληγής της Αποκάλυψης, όταν ο διάβολος αφήνεται ελεύθερος για τρεισήμισι χρόνια. Μετά θα αλυσοδεθεί σύμφωνα με το 12ο κεφάλαιο και θα τον δούμε να συντρίβεται, όπως σε αυτόν τον πίνακα".
Στα τελευταία έργα του, ο Μποτιτσέλι υιοθέτησε ένα απλούστερο ύφος, απέριττο και απαλλαγμένο από έντονα διακοσμητικά στοιχεία που θα αποσπούσαν την προσοχή του θεατή από το κεντρικό θέμα, πιθανά διότι δεν στόχευε στην τέρψη όσο στη διδακτική λειτουργία του πίνακα. Στο τέλος της ζωής του, διάφορες ασθένειες καθώς και μία αναπηρία εξαιτίας της παραμόρφωσης της πλάτης του, του στέρησαν την επαφή με τη ζωγραφική. Πέθανε στις 17 Μαΐου του 1510 και τάφηκε στο κοιμητήριο της εκκλησίας των Αγίων Πάντων.
Ο ΜΠΟΤΙΤΣΕΛΛΙ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΕΙΤΑΙ: Αφού φθάσαμε λοιπόν στην Αναγέννηση, άς αυτοπαρουσιασθώ κι εγώ: ονομάζομαι Μποτιτσέλι. Σχεδόν το σύνολο των πληροφοριών για τη ζωή μου προέρχεται από τη βιογραφία μου του Τζόρτζιο Βαζάρι, καθώς και από επίσημα έγγραφα της εποχής. Γεννήθηκα το 1445 στη Φλωρεντία και ήμουν το τελευταίο παιδί του βυρσοδέψη Μαριάνο ντι Βάνι και της Σμεράλντα. Σε νεαρή ηλικία άρχισα να ασκούμαι ως χρυσοχόος/χρυσοτέχνης, αξιοσέβαστο επάγγελμα της εποχής μου, το οποίο ακολούθησαν στα πρώτα τους βήματα και άλλοι ζωγράφοι της Αναγέννησης. Σε ηλικία περίπου δεκαοκτώ ετών αποφάσισα να εγκαταλείψω τη χρυσοτεχνία και να ασχοληθώ με τη ζωγραφική.
Μαθήτευσα στο πλευρό του φρα Φιλίπο Λίπι (περ. 1406-1469), ενός από τους διασημότερους ζωγράφους της Φλωρεντίας, ο οποίος συνεργαζόταν με ισχυρές οικογένειες της πόλης, όπως με αυτήν των Μεδίκων, σε σημαντικές παραγγελίες. Έμεινα στο εργαστήριο του Λίππι, στο Πράτο, από το 1461 μέχρι το 1467 και ο πρώτος πίνακας που φιλοτέχνησα, μία Προσκύνηση των Μάγων, ολοκληρώθηκε στην περίοδο 1465-67.Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών μου κοντά στον Λίπι, επέστρεψα στη γεννέτειρά μου και απέκτησα το δικό μου εργαστήριο.
Την ίδια περίοδο, δέχθηκα την επιρροή του Αντρέα ντελ Βερόκιο, δασκάλου του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Μία από τις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβα χρονολογείται με ακρίβεια στο 1470 και περιλάμβανε μία σειρά πινάκων που θα απεικόνιζαν τις επτά βασικές αρετές (δύναμη, πίστη, ελπίδα, δικαιοσύνη, αγάπη, σύνεση και εγκράτεια), για λογαριασμό ενός ειδικού δικαστηρίου, με αρμοδιότητα σε υποθέσεις εμπορικού δικαίου. Παρέδωσα τελικά μόνο τη Δύναμη, έργο για το οποίο έλαβα την αμοιβή μου στις 18 Αυγούστου 1470. Δύο χρόνια αργότερα, έγινα μέλος της συντεχνίας του Αγίου Λουκά, ενώ στα πρακτικά της συντεχνίας αναφέρεται επίσης ο γιος του δασκάλου μου και ζωγράφος Φιλιπίνο Λίπι ως βοηθός μου.
Το 1474 ταξίδεψα στην Πίζα, όπου κατόπιν παραγγελίας ανέλαβα να φιλοτεχνήσω νωπογραφίες για το Καμποσάντο, ωστόσο εργάστηκα τελικά για τη διακόσμηση του καθεδρικού ναού της πόλης φιλοτεχνώντας την Ανάληψη της Παναγίας, έργο που όμως δεν ολοκλήρωσα ποτέ. Στη δεκαετία του 1470 τελείωσα αρκετές προσωπογραφίες μέσα από τις οποίες εδραιώθηκε η φήμη μου, όπως φαίνεται από το γεγονός πως φιλοτέχνησα πορτραίτα επιφανών προσωπικοτήτων της υψηλής κοινωνίας της Φλωρεντίας. Στα σημαντικότερα από αυτά ανήκει η Προσωπογραφία του Τζουλιάνο των Μεδίκων (περ. 1476-78) καθώς και η Προσωπογραφία νέου που κρατά μετάλλιο του Κόζιμο των Μεδίκων (περ. 1475).
Συνδέθηκα στενά με την οικογένεια των Μεδίκων και μέσα από τον ευρύτερο κύκλο των γνωριμιών της, ήλθα για πρώτη φορά σε επαφή με τις ιδέες του νεοπλατωνισμού. Το 1480, η οικογένεια Βεσπούτσι μου ανέθεσε μία νωπογραφία για την εκκλησία των Αγίων Πάντων στη Φλωρεντία, με θέμα το όραμα του Αγίου Αυγουστίνου στο οποίο εμφάνισα τον Άγιο Ιερώνυμο. Το έργο αυτό, επρόκειτο να συνοδεύσει τη νωπογραφία του Αγίου Ιερώνυμου, έργο του Ντομένικο Γκιρλαντάγιο.
Τον επόμενο χρόνο επισκέφθηκα τη Ρώμη, προσκεκλημένος του πάπα Σίξτου Δ', προκειμένου να διακοσμήσω μαζί με άλλους διακεκριμένους ζωγράφους της εποχής όπως ο Γκιρλαντάγιο, ο Κόζιμο Ροσέλι και ο Περουτζίνο, τους τοίχους της Καπέλα Σιξτίνα. Έκαμα, για τον σκοπό αυτόν, δύο νωπογραφίες στις οποίες απεικονίζω τους Πειρασμούς του Χριστού και την Εξέγερση των Εβραίων. Επέστρεψα στη Φλωρεντία την άνοιξη του 1482 και τα επόμενα χρόνια ολοκλήρωσα αρκετά αλληγορικά έργα, με θέματα δανεισμένα από τη μυθολογία, χωρίς ωστόσο να εγκαταλείψω τις θρησκευτικές συνθέσεις. Σε αυτή την περίοδο ανήκει και ένα από τα σημαντικότερα έργα μου, η Αλληγορία της Άνοιξης (La Primavera), πίνακας που συμβολίζει τον ερχομό της ομώνυμης εποχής και αποτελεί ένα από τα πλέον δυσερμήνευτα έργα μου. Κεντρική μορφή του έργου είναι η θεά του έρωτα Αφροδίτη, την οποία απεικονίζω στον κήπο της, πλαισιωμένη από τις τρείς Χάριτες που εκτελούν ένα κυκλικό χορό, τον αγγελιοφόρο Ερμή, τον φτερωτό Έρωτα, τη θεά των λουλουδιών Φλώρα και τον Ζέφυρο, ο οποίος κυνηγά μία νύμφη. Εμπνεύστηκε την Άνοιξη από το έργο του ποιητή της αυλής των Μεδίκων, Άντζελο Πολιτσιάνο, ενώ άλλες γραπτές πηγές μου είναι το έργο του Οβίδιου Fasti, καθώς και το De rerum natura του Λουκρήτιου. Το 1482 συμμετείχα στη διακόσμηση της Sala dei Gigli στο Παλάτσο Βέκιο, αν και δεν σώζεται κανένα ίχνος από το έργο μου. Τον επόμενο χρόνο φιλοτέχνησα τέσσερις σκηνές, βασισμένες στο Δεκαήμερο του Βοκάκιου, παραγγελία του εμπόρου της Φλωρεντίας Αντόνιο Πούτσι. Τους πίνακες προόριζα ως δώρο για το γάμο του γιου μου, Τζιανότσο, και απεικόνιζαν την ιπποτική ιστορία αγάπης με πρωταγωνιστή τον ήρωα Ναστάζιο ντέλι Ονέστι. Στα μέσα της δεκαετίας του 1480 ολοκλήρωσα επίσης έναν από τους πλέον δημοφιλείς πίνακές μου, τη Γέννηση της Αφροδίτης, που αποτέλεσε παραγγελία της οικογένειας των Μεδίκων, καθώς πέρασε στην κατοχή της στις αρχές του 16ου αιώνα. Ο Το έργο το έφτιαξα χρησιμοποιώντας ως πηγή τον Όμηρο και απεικόνισα τη στιγμή κατά την οποία η Αφροδίτη φθάνει στο νησί των Κυθήρων, μετά τη γέννησή της. Στο αριστερό άκρο του πίνακα, απέδωσα το Ζέφυρο μαζί με την Αύρα, οι οποίοι προσπαθούν να φυσήξουν έτσι ώστε η Αφροδίτη να φτάσει στη στεριά όπου θα την υποδεχτεί μία από τις Ώρες. Εκαμα την Αφροδίτη ν΄αποδίδει τις κλασικές αναλογίες των αρχαίων αγαλμάτων, ενώ για τη στάση της ακολούθησα το πρότυπο της Αιδήμονος Αφροδίτης (Venus Pudica).
Δεν με άφησε αδιάφορο η έξαρση του θρησκευτικού συναισθήματος που σημειώθηκε στη Φλωρεντία στα τέλη του 1480 με υπαίτιο τον μοναχό Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα. Στην προτροπή του τελευταίου, προς τους πολίτες της Φλωρεντίας, να ρίξουν στην «πυρά της ματαιοδοξίας» (falò delle vanità) όλα τα πολύτιμα αντικείμενά τους, αναταποκρίθηκαν αρκετοί ζωγράφοι της εποχής μου καταστρέφοντας μέρος των έργων τους, αλλά εγώ δίστασα. Η επίδραση του Σαβοναρόλα αποτυπώθηκε στο έργο μου και ειδικότερα μέσα από την εμφανή μείωση των πινάκων μου με κοσμικά θέματα. Ο τελευταίος μη θρησκευτικός πίνακας που φιλοτέχνησα ήταν Η Συκοφαντία του Απελλή (1495), έργο μου που βασίστηκε σ’ ένα χαμένο έργο του ζωγράφου της αρχαιότητας Απελλή, γνωστό μόνο μέσα από τους Νεκρικούς Διαλόγους του Λουκιανού.
Ένα από τα σημαντικότερα έργα μου σε αυτή την περίοδο, ενδεικτικό της επιρροής που μου άσκησε ο Σαβοναρόλα αλλά και της θρησκευτικής έξαρσης της εποχής, υπήρξε επίσης η Μυστική Γέννηση (1500), μια εκδοχή του θέματος της προσκύνησης των ποιμένων που έφτιαξα μετά τον απαγχονισμό του Σαβοναρόλα. Είναι ο μοναδικός πίνακας που φέρει την υπογραφή μου καθώς και την ημερομηνία ολοκλήρωσής του, χάρη στην αρχαία ελληνική επιγραφή που φιλοτέχνησα ο ίδιος και στην οποία γράφω:"Εγώ, ο Αλέξανδρος, ζωγράφισα το έργο αυτό, στο τέλος του έτους 1500, σε καιρούς ταραγμένους για την Ιταλία, στο μισό του χρόνου, κατά την εκπλήρωση της προφητείας του 11ου κεφαλαίου [της Αποκάλυψης] του Ιωάννη, στην εποχή της δεύτερης πληγής της Αποκάλυψης, όταν ο διάβολος αφήνεται ελεύθερος για τρεισήμισι χρόνια. Μετά θα αλυσοδεθεί σύμφωνα με το 12ο κεφάλαιο και θα τον δούμε να συντρίβεται, όπως σε αυτόν τον πίνακα."
Στα τελευταία έργα μου υιοθέτησα απλούστερο ύφος, απέριττο και απαλλαγμένο από έντονα διακοσμητικά στοιχεία που θα αποσπούσαν την προσοχή σας από το κεντρικό θέμα, διότι δεν στόχευα στην τέρψη όσο στη διδακτική λειτουργία του πίνακα. Στο τέλος της ζωής μου, διάφορες ασθένειες καθώς και μία αναπηρία εξαιτίας της παραμόρφωσης της πλάτης μου, μου στέρησαν την επαφή με τη ζωγραφική. Πέθανα στις 17 Μαΐου του 1510 και θάφτηκα στο κοιμητήριο της εκκλησίας των Αγίων Πάντων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου